Πριν την Ανάσταση
Λίγες ώρες υπολείπονται από τον εορτασμό της Ανάστασης, που φέτος θα πραγματοποιηθεί στις 9 το βράδυ, αντί στις 12 τα Μεσάνυχτα...Προλαβαίνουμε ακόμα να περάσουμε κάποιες στιγμές περισυλλογής πριν την Ανάσταση, λίγες ακόμα στιγμές μοναχικής περίσκεψης πριν την υποτιθέμενη έκρηξη χαράς που θα ακολουθήσει...λίγες ακόμα στιγμές απομόνωσης πριν την έξοδο και το συνωστισμό...
Για αυτό, ας διαβάσουμε το ποίημα "Πριν την Ανάσταση"της Ζωής Καρέλλη και ας δούμε εικόνες ευλαβικής θρησκευτικής ζωής από τρεις ζωγράφους της νεοελληνικής ηθογραφίας, του Θεόδωρου Ράλλη, του Λουκά και Απόστολου Γεραλή.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Μια στιγμή συλλογισμού.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Εσωτερικό εκκλησίας. Εθνική Πινακοθήκη. Αθήνα.
Απόστολος Γεραλής (1886-1983)
, Το άναμμα του καντηλιού. 1923.
Ίσως να ήταν περί το μεσονύχτι,
πριν ή μετά, δεν ξέρω, ξύπνησα
στο σκοτάδι όμως, θαρρείς,
δεν ανοίγουν τα μάτια.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Νέα που κοιμάται στην εκκλησία.
Τι ώρα πηγαίναμε στην εκκλησία τότε;
Κάποτε δεν κοιμόμασταν, περιμένοντας,
ή μας έπιανε ύπνος ελαφρύς
και ξυπνούσαμε καλοδιάθετοι,
με τις πρώτες καμπάνες.
Απόστολος Γεραλής (1886-1983), Στην Εκκλησία.
Απόστολος Γεραλής (1886-1983), Στην Εκκλησία.
Απόστολος Γεραλής (1886-1983), Το στόλισμα της εικόνας.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Το άναμμα του κεριού.
Χρόνια τώρα, δεν πηγαίνω στην εκκλησία.
Χάνεται μέσα μου η σημασία της,
ώσπου πια καθόλου... Είναι δυνατόν,
τίποτα να μην απομένει
απ’ την εύχαρη του ανθρώπου ηλικία;
Πόσο είχα παρακαλέσει, ώσπου έπαψα.
Ανάσταση περίμενα απ’ τις φτωχές μου
αισθήσεις, του σώματος. Αν όχι τίποτ’ άλλο,
τώρα, που δεν πιστεύω, γνωρίζω
την αμαρτία μου.
Πόσο ήταν ωραία, τότε...
Στεκόμασταν στον αυλόγυρο,
γεμάτον κόσμο ελεύθερο. Γελούσαν,
μιλούσαν οι άνθρωποι.
Η ορθοδοξία
αφήνει ακέριο το πνεύμα της προσφοράς.
Ελεύθερα να προσέλθω σε σένα, Κύριε.
Οι άνθρωποι φαίνονταν ξεκούραστοι,
την γιορτή περιμένοντας, το αύριο
νά ’ρθει της χαρούμενης μέρας,
έλαμπε το βλέμμα, το πρόσωπο.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Προσευχή σε ελληνική εκκλησία. Μονπαρνάς. 1876.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Κοπέλα που ακουμπά σε στασίδι.
Θεόδωρος Ράλλης Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Μία στιγμή ξεκούρασης.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Μία στιγμή περισυλλογής.
Με πνίγει τούτο το σκοτάδι.
Δεν θέλω ν’ ανάψω το μέτριο φως.
Θα μου στερήσει τα ενθύμια που βλέπω,
τα πράγματα ορίζοντας γύρω μου.
Πώς περιμέναμε την Ανάσταση!
Δίχως αμφιβολία έρχονταν η Λαμπρή,
«Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί».
Άνοιγαν οι πύλες, η πομπή προχωρούσε
με ψαλμούς κι'εξαπτέρυγα, άστραφταν
τα πολύτιμα, άναβαν μυριάδες τα κεριά
των χριστιανών, φλόγες πίστης,
σημείο χαράς.
Μιαν μικρήν εικόνα της Ανάστασης
είχε η ενορία μας. Σπρωχνόμασταν
για ν’ ασπαστούμε, οχλαγωγή. Γελούσαν
χαρούμενοι οι πιστοί, στα χέρια
κόκκιν’ αυγά, άναβαν βεγγαλικά
κι οι μεγαλύτεροι σαν τα παιδιά.
Απόστολος Γεραλής (1886-1983), Προσευχή, 1914.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), η προσφορά της λαμπάδας.
«Ουκ έστιν ώδε αλλ’ ηγέρθη».
Μένω ξαπλωμένος, δεν ανάβω το φως,
δεν περιμένω τίποτα.
Δεν πάω με τους άλλους να μοιραστώ
την πλάνη της χαράς.
Χαρά δεν υπάρχει;
Υπάρχει πάντα η ανάσταση,
όχι ορισμένη και πιθανή,
υπάρχει απίθανη περίλαμπρη δόξα,
η φωτεινή έκσταση, δεν μπορούν
δίχως αυτήν οι άνθρωποι,
που περιμένουν σε νηστεία και προσευχή.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Ευλάβεια. Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Ικεσία.
«Ουκ έστιν ώδε αλλ’ ηγέρθη».
Ακόμα δεν ήρθε η ώρα, φαίνεται.
Δεν ακούω τους χαρμόσυνους ήχους.
Πόσο ακόμα και τότε, σαν η καταστροφή
της άρνησης, η αμφιβολία είχεν αρχίσει,
με συγκινούσε βαθιά η χαρά
πάνδημη του κόσμου συμμετοχή, στην γιορτή.
Απόστολος Γεραλής, Ανάβοντας τις κανδήλες.
«Χριστός ανέστη». Ύμνος κι οι κρότοι
των όπλων κι όλες οι καμπάνες μαζί,
σ’ όλην την πόλη κι οι άνθρωποι
όλοι μαζί είχαν την ίδια χαρά,
τέλειωνε η προσφορά της προσπάθειας,
τους πένθους, της συλλοής.
Κοιτάζω το παρελθόν.
Δεν σ’ αρνιέμαι, Κύριε, της αγάπης,
της ανάστασης ένδοξης του ανθρώπου.
Πολλή με σκεπάζει αμαρτία της γνώσης,
όμως θα περιμένω μιαν αρχή της αγάπης
ξανά, που δίνεται παρηγοριά
της θλιμμένης επίμονης σκέψης.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Το καταφύγιο.
Απόστολος Γεραλής ((1886-1983), Κοπέλα που προσεύχεται.
Αρχή, χαραυγή,
«ήν δε όρθρου βαθέος...»
Να πιστέψουμε στην ημέρα της ζωής.
Ελπίδες, αναμνήσεις δεν αρκούν
οι κόποι. Η σκέψη θολώνει
το κόκκινο της θυσίας αίμα.
Πρέπει το σώμα να σηκωθεί,
να πάει με τους άλλους μαζί, να χαρεί
την γιορτή, την απλή χαρά,
να δεχτεί την πλούσια συμμετοχή,
να παραδεχτεί τη χαρά προσιτή.
Ανάσταση να χαρεί, λευτεριά
ύστερ’ απ’ το πλήθος του πόνου,
πίστη, την αγάπη του ανθρώπου.
Από τη συλλογή Της μοναξιάς και της έπαρσης (1951)
Λουκάς Γεραλής (1875-1958), Στην Εκκλησία.Λουκάς Γεραλής (1875-1958), Ανάβοντας το καντήλι.
Θεόδωρος Ράλλης (1852-1909), Μετά τη Θεία Λειτουργία.
Ζωή Καρέλλη, Πριν την Ανάσταση
Πίνακες του Λουκά Γεραλή
Πίνακες του Λουκά Γεραλή-Νικίας
Πίνακες του Απόστολου Γεραλή
Πίνακες του Απόστολου Γεραλή-Νικίας
Πίνακες του Θεόδωρου Ράλλη
Θεόδωρος Ράλλης, Εσωτερικό Εκκλησίας, Εθνική Πινακοθήκη
Πίνακες του Θεόδωρου Ράλλη-Νικίας